Πέμπτη, 4 Ιούλιος 2024, 1:18 πμ
ιστοχώρος: Τηλεκπαίδευση
Μάθημα: ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΡΟΑΣΤΙΟΥ- ΨΗΦΙΑΚΗ ΤΑΞΗ (ΨΗΦ-ΤΑΞΗ )
Λεξικό: ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΙΔΙΩΜΑΤΟΣ ΑΠΌ ΤΟ ΔΗΜΟ ΣΕΛΛΑΝΩΝ
πορτοξλιάπόρτα |
ντερληκώνειτρώει |
κοπανάειχτυπάει |
αγανάξεκουράστηκε,βαρέθηκε,αυτος που δεν αντέχει άλλο
|
κοπάναβρύση |
σαράβαλοχαλασμένο |
αποβλακώθηκεαυτός που κάθεται στον ίδιο χώρο κλεισμένος για πολλη ώρα και δεν βγαίνει έξω |
μαντράχαλοςμεγάλος άντρας |
στραβόξλοπηραχτήρης,σπαστικός |
καλπαζιάσφαλιάρα |
πελέκιτσεκούρι |
αντραλήσκεζαλήστηκε |
γραπατσώθκεκρατήθηκε απο κάπου,πιάστηκε απο κάπου |
ξιούραςαυτός που δεν ξέρει τίποτα |
μια βολάμια φορά |
λολάφορά |
χουηάζειφωνάζει |
άγανατα κόκκαλα από το ψάρι |
ντερληκώνητρώει πολύ |
λελέκιλεπτός |
ρέτζελοάχρηστο ρούχο |
ντράγκανοξερό,σκληρό |
τσαφούτηςαυτός που δεν έχει δόντια |
σβάρναεργαλείο που όργωναν τα χωράφια |
γκαλιαγκδάςαυτός που γελάει πολύ |
σαμπρέλαλάστιχο του ποδηλάτου |
είναι ντίρλαεχει μεθήσει απο το ποτό |
πομόναμηχανή που φέρνει νερό στα χωράφια |
γκουρλώθηκεπνίγηκε |
συλογιάζεισκέφτεται |